Γεννήθηκε στην Ελλάδα και λίγο αργότερα έφυγε ως διεθνώς υιοθετημένη… Ο λόγος για την Μαίρη Καρδαρά, ένα από τα περίπου 4000 παιδιά που υιοθετήθηκαν από την Ελλάδα στην Αμερική τις δεκαετίες του ’50 και του ’60. Η κ. Καρδαρά είναι ένα από τα παιδιά στα οποία αναφέρεται στο βιβλίο της η Gonda van Steen για τις υιοθεσίες στην Αμερική.
Η ίδια αποκάλυψε: «Είμαι ένα από τα 4000 παιδιά στα οποία αναφέρεται στο βιβλίο της η Gonda van Steen. Είμαι ένα κομμάτι αυτής της στατιστικής και μία από τις δύσκολες ιστορίες που αποτελούν πλέον κομμάτι της ελληνικής ιστορίας. Είμαι εδώ για να βοηθήσω στην ανάδειξη της ανθρώπινης υπόστασης πίσω απ’ αυτούς τους αριθμούς και να δώσω “σάρκα και οστά” στο βιβλίο τη Gonda: εγώ, μια ζωντανή απόδειξη της έρευνάς της, που ήρθα εδώ για να μιλήσω για την εμπειρία μου ως ένας άνθρωπος που γεννήθηκα στην Ελλάδα κι έφυγα ως διεθνώς υιοθετημένη».
Την ώρα που η Μαίρη Καρδαρά, αν. καθηγήτρια, πρόεδρος του Τμήματος Πολιτικής Επικοινωνίας στο California State University μοιραζόταν με το κοινό της 18ης Διεθνούς Έκθεσης Βιβλίου Θεσσαλονίκης, το περασμένο Σάββατο, την ιστορία της ως ένα από τα περίπου 4000 παιδιά που υιοθετήθηκαν από την Ελλάδα στην Αμερική τις δεκαετίες του ’50 και του ’60, στην αίθουσα Διονύσιος Σολωμός τού περιπτέρου 13 της ΔΕΘ επικρατούσε απόλυτη σιγή.
Τα αυτιά και τα βλέμματα όλων ήταν καρφωμένα πάνω στη γυναίκα που αναζητούσε την άκρη του νήματος στη δική της προσωπική ιστορία. «Γερνάμε και ψάχνουμε τους γονείς μας, τα αδέρφια μας, το σόι μας… Ο χρόνος μετράει αντίστροφα για όλους μας και είναι σημαντικό να μιλήσουμε τώρα για τις ιστορίες μας», τόνισε η Μαίρη Καρδάρα, με την Gonda van Steen, συγγραφέα του βιβλίου «Ζητούνται παιδιά από την Ελλάδα. Υιοθεσίες στην Αμερική του Ψυχρού Πολέμου», που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις ΠΟΤΑΜΟΣ και παρουσιάστηκε στη ΔΕΒΘ, να κουνά το κεφάλι της συγκαταβατικά προς επίρρωσιν των όσων ακούγονταν.
Οι διεθνείς υιοθεσίες
Η Gonda van Steen και η έρευνά της, άλλωστε, «ξεκλείδωσαν» την ερμητικά κλεισμένη στο χρονοντούλαπο της ιστορίας, υπόθεση των διεθνών υιοθεσιών από την Ελλάδα προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, από τη δεκαετία του ’50 και μετά. Υιοθεσίες που, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η συγγραφέας, «διατάραξαν την αίσθηση του “ανήκειν”» κι έκαναν αυτά τα παιδιά να έχουν περάσει περίπου επτά δεκαετίες τώρα διερωτώμενα για το τι συνέβη και κατά πόσο υπάρχει ακόμα περίπτωση να ανακαλύψουν τις ρίζες τους σε μια ελληνική οικογένεια.
«”Από πού είστε;”. Είναι η πιο συνηθισμένη ερώτηση που κάνουν οι Έλληνες στους ξένους επισκέπτες. Εκφράζει την ανάγκη να καταλάβεις από πού προέρχεται κάποιος, να τον τοποθετήσεις σε ένα τοπικό, χρονικό και κοινωνικό πλαίσιο». Στην ερώτηση αυτή, όπως επεξηγείται στο οπισθόφυλλο του βιβλίου, προσπάθησε ν’ απαντήσει μέσα από την έρευνά της η Gonda van Steen.
Το μέιλ που ξεκλείδωσε την ιστορία
«Αγαπητή Δρ. Van Steen,
Η μητέρα μου γεννήθηκε στις ορεινές περιοχές της Βόρειας Ελλάδας. Μαζί με τη μικρή της αδελφή ήρθαν στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1955 ως ορφανά, υιοθετημένα από μια ελληνοαμερικανική οικογένεια. Η μητέρα μου μού αποκάλυψε πρόσφατα πως ο πατέρας της ήταν ο Ηλίας Αργυριάδης, ο οποίος συνελήφθη και εκτελέστηκε από την (ελληνική) κυβέρνηση επειδή ήταν κομμουνιστής. Δεν γνωρίζω σχεδόν τίποτα γι’ αυτόν τον άνθρωπο, εκτός από την αποσπασματική μαρτυρία της μητέρας μου…
Mike X.»
Το μέιλ αυτό έλαβε μια μέρα το 2013 η Gonda van Steen από τον Mike, έναν άνδρα γύρω στα 30 που δεν ήξερε καθόλου ελληνικά, γιος μιας γυναίκας που υιοθετήθηκε από την Ελλάδα. Μιας γυναίκας που δεν είχε απάντηση στο ερώτημα του γιου της, μιας γυναίκας που συγκαταλέγεται στη μακρά λίστα των παιδιών που έφυγαν από την πατρίδα τους ως ορφανά και υιοθετημένα, από τη δεκαετία του ΄50 έως τα μέσα της δεκαετίας του ’60. Και κάπως έτσι ξεκίνησε μια έρευνα ετών τής συγγραφέως σε αρχεία των δύο χωρών-κρίκων στη μακρά αλυσίδα των υιοθεσιών, αλλά και μια προσπάθεια συγκέντρωσης προφορικών μαρτυριών από τα ίδια τα …ξεχασμένα παιδιά της Αμερικής του Ψυχρού Πολέμου.
«Τα πρώτα δείγματα του κινήματος υιοθεσιών με προορισμό την “πλούσια Αμερική” εμφανίζονται το 1948, αλλά το φαινόμενο θα μαζικοποιηθεί μέχρι το 1950», γράφει στο βιβλίο της η Gonda van Steen, εξηγώντας πως το πρώτο κύμα της ιστορίας των υιοθεσιών προς το εξωτερικό «οικοδομήθηκε πάνω σε ένα σκηνικό που χαρακτηρίζεται από τις προσπάθειες ανακούφισης από τα δεινά του πολέμου, τις ιστορίες της μεταπολεμικής οικογενειακής μετανάστευσης ή επανένωσης και τις συντονισμένες προσπάθειες επανεγκατάστασης απάτριδων και “εκτοπισμένων ατόμων”».
Αυτό το «ιδανικό της σωτηρίας των “ορφανών του πολέμου” από την Ελλάδα (ακόμα κι αν ο πόλεμος είχε λήξει προ πολλού) ξεκίνησε με τις καλύτερες προϋποθέσεις, παρότι η κατάληξη δεν ήταν απαραιτήτως θετική», όπως επισημαίνει η συγγραφέας εξηγώντας ενδελεχώς αυτή την άλλη πτυχή της ιστορίας των υιοθεσιών (οικονομικό κέρδος, έλλειψη δέουσας επιμέλειας,«απώλεια» ή πλαστογράφηση των επίσημων εγγράφων, παραπλανημένες βιολογικές οικογένειες, απληροφόρητες θετές οικογένειες κ.ά).
Άλλωστε, όπως έλεγε και η Μαίρη Καρδαρά, «… είμαστε παραδείγματα τού τι κάνουν οι άνθρωποι στα παιδιά, τι συμβαίνει στα παιδιά όταν υπάρχει πόλεμος και πείνα, όταν δεν υπάρχουν κοινωνικές υπηρεσίες και καμιά στήριξη για τις μητέρες και τα μωρά τους, όταν υπάρχει αμέλεια κι έλλειψη σεβασμού για τις γυναίκες. Η απάντηση ήταν να πάρουν τα παιδιά από τις μητέρες τους, να τα βάλουν σε κάποιο ίδρυμα και μετά να τα στείλουν μακριά από το σπίτι τους, σε μια διαφορετική χώρα, με μια διαφορετική γλώσσα και σε αρκετές περιπτώσεις και με διαφορετική θρησκεία…».
Συγκλονιστική ιστορία εντοπισμού της βιολογικής μητέρας
«Τώρα που βρήκες την κόρη μου, μπορώ να πεθάνω ήσυχη […] Είχα χάσει κάθε ελπίδα πως θα την ξαναέβλεπα κάποια μέρα. Δεν είχα ούτε καν μια φωτογραφία της. Δεν πίστευα πια πως μπορούσε κανείς να νοιαστεί και να μας φέρει κοντά, ύστερα από πενήντα εννιά ολόκληρα χρόνια».
Τα λόγια αυτά μιας ογδοντάχρονης προς την Gonda van Steen, όπως η ίδια η συγγραφέας τα μεταφέρει στο βιβλίο της, είναι ίσως η απάντηση στο γιατί άξιζε η κοπιώδης και πολύ δύσκολη διερεύνηση ενός θέματος που είχε καλύψει επί επτά δεκαετίες η σκόνη της λήθης.
Η Linda γεννήθηκε στην Ελλάδα και μεγάλωσε στο Τέξας των Ηνωμένων Πολιτειών χωρίς καμιά επαφή με οτιδήποτε ελληνικό μέχρι το 2017, όταν και προσέγγισε την van Steen αναζητώντας τις δικές της ρίζες στην Ελλάδα. Η αναζήτηση οδήγησε σε ένα ταξίδι που ξεκίνησε με λιγοστές ελπίδες -«μην περιμένεις όμως να βρεις παραπάνω από μισή σελίδα στο αρχείο του βρεφοκομείου […] Στην καλύτερη περίπτωση θα μάθεις για την κατάσταση στην οποία βρέθηκες όταν πρωτομπήκες στο ίδρυμα ως μωρό αγνώστου καταγωγής», είχε πει η συγγραφέας στη Linda κι -ευτυχώς- διαψεύστηκε με τον εντοπισμό της βιολογικής μητέρας, η οποία συνέχιζε να ζει κοντά στο χωριό, όπου είχε γεννήσει το «εκτός γάμου» παιδί της. Αυτό που ο «πατριάρχης» της οικογένειας, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο βιβλίο, τής ζήτησε να το «ξεφορτωθεί», όπως κι έγινε με την απαγωγή του μωρού από τη νονά και την παράδοση του σε βρεφοκομείο της Αθήνας, με την (ψευδή) αιτιολογία ότι η μητέρα το εγκατέλειψε και θα το ξαναέκανε αν την υποχρέωναν να το πάρει πίσω.
Παρά το γεγονός ότι η αποκάλυψη της ιστορίας σκάλισε την πληγή, ο εντοπισμός της βιολογικής μητέρας της Linda -η οποία αν και είδε τα αρχεία προτίμησε να μην κρίνει κανέναν- 59 χρόνια μετά, δίνει την ελπίδα και σε άλλους ανθρώπους με παράλληλη ιστορία, ότι υπάρχει ελπίδα για όλους όσοι βρίσκονται σε παρόμοια διαδικασία αναζήτησης.
Άλλωστε, όπως έλεγε στην παρουσίαση του βιβλίου η Gonda van Steen, «… ελπίζω αυτό το βιβλίο να είναι ένα άνοιγμα. Δεν είναι η τελευταία λέξη, ελπίζω να είναι η πρώτη που θ’ ανοίξει έναν διάλογο». Έναν διάλογο που να συμπεριλαμβάνει, όπως τόνισε, και το αίτημα των ανθρώπων αυτών που αναζητούν τις χαμένες ρίζες τους για ιθαγένεια. Ένα αίτημα που υπογράμμισε και στη δική της ομιλία η Μαίρη Καρδαρά, προκειμένου να αποκατασταθεί η χαμένη γι’ αυτούς τους ανθρώπους έννοια του «ανήκειν».
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
newsit.gr