Τα σενάρια που εξετάζει η κυβέρνηση βάσει της εισήγησης της Επιτροπής Βιοηθικής για την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού κατά του κορονοϊού
Η εισήγηση της Επιτροπής Βιοηθικής για την υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού κατά του κορονοϊού, που παραδόθηκε στον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη την Παρασκευή, δίνει τη δυνατότητα στην κυβέρνηση να προχωρήσει, αλλά σταδιακά και μόνο όσον αφορά τους υγειονομικούς και τους εργαζόμενους σε μονάδες φροντίδας ηλικιωμένων.
Πρώτα θα πρέπει να πραγματοποιηθούν εκστρατείες στοχευμένης ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης για εκούσιο εμβολιασμό προσαρμοσμένες σε κάθε επαγγελματική ομάδα (ιατροί, νοσηλευτές, εργαστηριακοί, προσωπικό μονάδων φροντίδας, κ.λ.π.). Οι εκστρατείες σύμφωνα με την εισήγηση της Επιτροπής θα πρέπει να βασίζονται σε επιστημονικά στοιχεία, τα οποία θα επικαιροποιούνται συνεχώς και θα πρέπει επίσης να καθίσταται σαφές ότι γίνονται κατανοητοί οι φόβοι των πολιτών.
Η κυβέρνηση εξάλλου συνεχίζει την “επιχείρηση πειθούς” υπέρ του εμβολιασμού, στοχεύοντας αφενός στους νέους με το δέλεαρ ότι θα επανέλθει η ζωή τους σε κανονικότητα και θα κάνουν πιο ελεύθερα διακοπές και αφετέρου στους πιο ηλικιωμένους, με το καμπανάκι ότι η συντριπτικότατη πλειοψηφία των συμπολιτών μας που νοσηλεύονται και που έχουν χάσει τη ζωή τους το επόμενο διάστημα, δεν ήταν εμβολιασμένοι. Ως προς το δεύτερο ο πρωθυπουργός ζήτησε μάλιστα τη συμβολή της Εκκλησίας.
Σε δεύτερη φάση, πριν υποβληθεί υποχρεωτικός εμβολιασμός στους υγειονομικούς, θα εφαρμοστούν μέτρα ενθάρρυνσης εμβολιασμού, όπως π.χ. διευκόλυνση του ραντεβού για τον εμβολιασμό, ελαστικότητα στο ωράριο εργασίας τις ημέρες του εμβολιασμού, προτεραιότητα στη επιλογή αδειών, ή υποχρεωτική χρήση διπλής μάσκας και εξοπλισμού ατομικής προστασίας.
Η πρόβλεψη υποχρεωτικότητας θα είναι η έσχατη λύση, με συγκεκριμένο χρονικό ορίζοντα και εφόσον τα προηγούμενα μέτρα δεν αποφέρουν σημαντική αύξηση του ποσοστού εμβολιασμού. Επομένως το πιθανότερο είναι να εφαρμοστεί από φθινόπωρο, εφόσον χρειαστεί.
Η εισήγηση δε της Επιτροπής αφορά μόνο στις συγκεκριμένες επαγγελματικές ομάδες του προσωπικού των μονάδων υγείας δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, καθώς και στο προσωπικό μονάδων περίθαλψης ευπαθών ομάδων. Δηλαδή στους εργαζόμενους, για τους οποίους είχε προαναγγείλει την υποχρεωτικότητα και ο πρωθυπουργός. Αυτό σημαίνει ότι σενάρια για υποχρεωτικότητα εμβολιασμού και σε άλλες ομάδες εργαζόμενων στο δημόσιο όπως οι εκπαιδευτικοί μένουν προς το παρόν στην άκρη.
Τίθονται βεβαίως δύο ερωτήματα: Πρώτον, ποιες θα είναι οι επιπτώσεις για όσους παρόλα αυτά αρνηθούν να εμβολιαστούν. Και δεύτερον, πως θα αποφευχθούν προβλήματα στη λειτουργία των δημόσιων δομών υγείας.
Το σχέδιο, που επεξεργάζεται ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης, δεν προβλέπει βεβαίως απόλυση όσων δεν συμμορφωθούν, καθώς αυτό θα παραβίαζε την αρχή της μονιμότητας στο δημόσιο. Τυχόν υποχρεωτικότητα εμβολιασμού άλλωστε θα πρέπει, όπως εισηγείται και η Επιτροπή, να ορίζεται με βάση το εργατικό ή το δημόσιο δίκαιο. Αυτό που μπορεί να προβλεφθεί, είναι η μετακίνηση των μη εμβολισμένων από υπηρεσίες που είναι στην πρώτη γραμμή σε θέσεις όπου δεν θα έρχονται σε επαφή με το κοινό. Δεδομένου ότι μεγάλος αριθμός αφορά διοικητικούς και νοσηλευτές, αυτό δημιουργεί ερωτηματικά για τις συνέπειες στον καταμερισμό της εργασίας και τη στελέχωση των δομών υγείας. Υπάρχει επίσης ο κίνδυνος να επιβαρυνθούν εργασιακά οι συνεπείς εργαζόμενοι στον υγειονομικό κλάδο, που θα έχουν εμβολιαστεί. Επομένως η κυβέρνηση δεν έχει ακόμη καταλήξει οριστικά.
Εκτιμάται πάντως ότι όσο περνάει ο καιρός μειώνεται η διστακτικότητα έναντι των εμβολίων τόσο στις συγκεκριμένες επαγγελματικές ομάδες όσο και στο γενικό πληθυσμό.