Το ενδεχόμενο νέας έξαρσης της πανδημίας – Τι προβληματίζει μετά την άρση των μέτρων

Κοροναϊός : Τα αρμόδια στελέχη της Πολιτικής Προστασίας – πολλά από τα οποία εκφράζουν φόβους για την εξέλιξη της πανδημίας – αναφέρουν ότι «με το δεδομένο ότι ο χρόνος επώασης της νόσου είναι περίπου 10-15 ημέρες, ο μικρός αριθμός των 7-25 κρουσμάτων που έχουμε τις τελευταίες ημέρες αντιστοιχεί στην αυτοσυγκράτηση των πολιτών την περίοδο του Πάσχα

ερισσότερα από 100 κρούσματα σε καθημερινή βάση είναι αυτά που θα σημάνουν συναγερμό – σύμφωνα με επιτελείς της Πολιτικής Προστασίας – για επικίνδυνη διασπορά του κοροναϊού, ύστερα από τη σημερινή άρση των περιοριστικών μέτρων της κυκλοφορίας!

Την ίδια ώρα, κύριος στόχος των υγειονομικών αρχών είναι ο συντελεστής μετάδοσης R0 της νόσου να μην υπερβεί το «1» (δηλαδή κάθε φορέας του ιού να μολύνει μόνο ένα άτομο) με τον συγκεκριμένο συντελεστή να ήταν μέχρι το τέλος της καραντίνας της τάξης του 0,45. Κι αυτό γιατί έστω μία στοιχειώδης αύξηση της τάξης του συγκεκριμένου συντελεστή στο 1,1 ή έως 1,3 (όπως συνέβη προσφάτως στη Γερμανία) σηματοδοτεί επικίνδυνη κλιμάκωση της νόσου που ίσως προκαλέσει αντίστοιχη αύξηση των θανάτων και «επιβάρυνση» των ΜΕΘ.

Οι υπεύθυνοι λοιπόν για τον έλεγχο της επιδημίας της Covid-19 είναι σε διαρκή επφυλακή προκειμένου να διαπιστώσουν όσο το δυνατόν ταχύτερα και με μεγαλύτερη «ασφάλεια» αν σταδιακή άρση των περιοριστικών μέτρων οδηγεί σε επέκταση της επιδημίας. Κι αυτό γιατί αν δεν ληφθεί μια ταχύτατη απόφαση – όπως έπραξε η Ελλάδα στις 14 Μαρτίου και όταν τα κρούσματα ήταν συνολικά τότε 217 – μπορεί μια καθυστέρηση ενός 24ώρου να σηματοδοτήσει αύξηση κρουσμάτων, θανάτων από 20%-40% κ.ο.κ. Ετσι λοιπόν τα στελέχη της Πολιτικής Προστασίας θεωρούν ως ανησυχητικό αριθμό τα 100 κρούσματα και άνω ημερησίως.

Αλλοι μιλούν για 50 κρούσματα

Ωστόσο επιδημιολόγοι όπως ο κ. Γκίκας Μαγιορκίνης προσδιορίζουν ότι «αυτός ο αριθμός συναγερμού είναι τα 50 κρούσματα, που αν καταγραφούν διαδοχικές ημέρες θα σημαίνει δείγμα επέκτασης της νόσου». Σημειώνεται ωστόσο ότι μόνο πέντε φορές το τελευταίο δίμηνο ο καθημερινός αριθμός κρουσμάτων ήταν μεγαλύτερος των 100. Η πρώτη ήταν μάλιστα στις 15 Μαρτίου, δηλαδή την επομένη της επιβολής της καραντίνας.

Φόβοι

Τα αρμόδια στελέχη της Πολιτικής Προστασίας – πολλά από τα οποία εκφράζουν φόβους για την εξέλιξη της πανδημίας – αναφέρουν ότι «με το δεδομένο ότι ο χρόνος επώασης της νόσου είναι περίπου 10-15 ημέρες, ο μικρός αριθμός των 7-25 κρουσμάτων που έχουμε τις τελευταίες ημέρες αντιστοιχεί στην αυτοσυγκράτηση των πολιτών την περίοδο του Πάσχα. Αν υπάρξει λοιπόν αύξηση των κρουσμάτων λόγω άρσης της καραντίνας, αυτό θα αναδειχθεί μετά τις 15-18 Μαΐου. Μέχρι τότε ο αριθμός των κρουσμάτων ίσως παραμείνει μικρός γιατί ακόμη θα αφορούν την περίοδο περιορισμού των κινήσεων, των SMS κ.λπ. Κι αν υπάρχουν ορισμένες αυξομειώσεις αφορούν ίσως την κινητικότητα που υπήρξε λόγω Πρωτομαγιάς, βελτίωσης του καιρού κ.λπ.».

Πάντως κρατικοί λειτουργοί συμπλήρωναν ότι μετά τις 15-18 Μαΐου που θα αναδειχθούν τα αποτελέσματα της καραντίνας ίσως υπάρξουν προβλήματα στις ιχνηλατήσεις αλλά και στη διαπίστωση τι ακριβώς συνετέλεσε στην ενδεχόμενη αυτή άνοδο του αριθμού των νοσούντων.

Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Β. Λαμπρόπουλου στο Βήμα της Κυριακής, υψηλόβαθμο στέλεχος του υφυπουργείου Πολιτικής Προστασίας τονίζει: «Είμαι απαισιόδοξος για ενδεχόμενη αύξηση των κρουσμάτων κοροναϊού ύστερα από την άρση των περιοριστικών μέτρων της κυκλοφορίας. Εκτιμώ ότι θα υπάρξει πρόβλημα στις ιχνηλατήσεις, που δεν θα είναι πλέον εύκολες, ώστε να απομονώνονται οι νοσούντες και οι επαφές τους, αφού όλος ο κόσμος θα κυκλοφορεί ελεύθερα και δεν θα μπορεί να βρεθεί με ευκρίνεια τι είχε συμβεί πριν από 15 ημέρες, που είναι ο χρόνος επώασης της νόσου. Οσο γι’ αυτό που μνημονεύεται, ότι μπορεί τα μέτρα να είναι σαν ροοστάτης που ανοίγουν και κλείνουν αν διαπιστώνεται έξαρση της νόσου, αυτό δεν θα είναι εύκολο.

Γιατί ίσως δεν θα μπορεί εύκολα να διαπιστωθεί ποιος τομέας από καταστήματα, μέσα μαζικής μεταφοράς, λειτουργία ιδιωτικών εταιρειών κ.λπ. έχει την ευθύνη ώστε να υπάρχει αντίστοιχο κλείσιμό του και στοχευμένη καραντίνα».

Οι προβληματισμοί

Είναι ενδιαφέρουσες οι ανησυχίες αξιωματούχων και επιστημόνων για όσα μπορεί να συμβούν με τη σταδιακή άρση των περιορισμών και η περιβόητη επιστροφή στην κανονικότητα. Με κύριο ζητούμενο ότι ο σχεδιασμός αυτός βασίζεται κατά κύριο ρόλο στην τήρηση των αποστάσεων, στη χρήση της μάσκας και στο αίσθημα ευθύνης των πολιτών. Ομως κρίνεται ότι μπορεί να προδοθεί από τη διάθεση εκτόνωσης μετά τη δίμηνη καραντίνα, από την έλλειψη προσοχής, τη χαλαρότητα που μπορεί να υπάρξει ύστερα από μερικές ημέρες, αλλά κι από την ισχύ της επιδημίας που εξέθεσε τα αποτρεπτικά μέτρα δεκάδων κυβερνήσεων.

Ακόμη προβληματικό σημείο είναι ότι πλέον η ΕΛ.ΑΣ. δεν μπορεί να ελέγξει προφανώς την εφαρμογή των μέτρων από εκατομμύρια κινούμενους πολίτες και σε χιλιάδες ιδιωτικούς και δημόσιους χώρους, αφού 7.000-9.000 διαθέσιμοι αστυνομικοί στην Αθήνα δεν μπορούν προφανώς να ελέγξουν αν τηρούν μέτρα 4.000.000 πολίτες. Με το δεδομένο ότι υπάρχει και το μείζον θέμα περιορισμού της εγκληματικότητας.

Η χώρα μας θα προσπαθήσει να ακολουθήσει το παράδειγμα της Κίνας, στην οποία η επιδημία ξεκίνησε στις αρχές Δεκεμβρίου, η καραντίνα άρχισε στις 23 Ιανουαρίου και από τις 18 Φεβρουαρίου υπάρχει εξαιρετικά μικρός αριθμός (2-15) νέων κρουσμάτων λόγω της σταδιακής άρσης των περιοριστικών μέτρων της κυκλοφορίας. Στην Ελλάδα έκλεισαν τα σχολεία στις 11 Μαρτίου, όταν τα κρούσματα ήταν 117, το πρώτο lockdown υπήρξε δύο ημέρες αργότερα, όταν τα κρούσματα ήταν 228. Κι όλα αυτά αποτελούν οδηγό για τη επόμενη μέρα. Τη Δευτέρα τα συνολικά κρούσματα θα είναι περίπου 2.650 και εκεί το κοντέρ της καταγραφής θα… μηδενιστεί για να διαπιστωθεί τι γίνεται από τις 4 Μαΐου και μετά, αντίστοιχα με αυτό που συνέβη στις αρχές Μαρτίου, όταν διαπιστώθηκαν τα πρώτα κρούσματα στη χώρα μας. Ομως εδώ οι αναλυτές που μίλησαν στην εφημερίδα μας εκφράζουν επιφυλάξεις.

Οι 4.000 αφανείς νοσούντες

Με βάση το γεγονός ότι το τελευταίο δεκαπενθήμερο καταγράφηκαν περίπου 340 νέα κρούσματα του ιού, υπολογίζεται ότι το σύνολο των φορέων αυτή τη στιγμή στη χώρα είναι δεκαπλάσιο (περίπου 3.500-4.000 άτομα δηλαδή). Μειονέκτημα είναι ότι μέχρι στιγμής δεν υπήρξαν, παρότι είχαν προαναγγελθεί, τα επονομαζόμενα τεστ της «ανοικτής κοινότητας», αφού κρίνονται προς το παρόν όχι απολύτως έγκυρα. Υπάρχει λοιπόν ο φόβος ότι η συγκεκριμένη βάση των περίπου 4.000 νοσούντων – οι περισσότεροι χωρίς αξιοσημείωτα συμπτώματα -, που θα έβαινε μειούμενη αν συνεχιζόταν η καραντίνα, μπορεί να τροφοδοτήσει νέα διασπορά του COVID-19. Με τον αριθμό 50 νέων ανακοινωθέντων κρουσμάτων ανά ημέρα να είναι το δείγμα ότι πρέπει να γίνει «πισωγύρισμα» προς την κατάσταση του προηγούμενου διμήνου.

Ο συντελεστής μετάδοσης

Ειδικοί αναλυτές σημειώνουν προς «Το Βήμα» ότι «όταν δεν λαμβάνεται κανένα απολύτως μέτρο όπως συνέβη αρχικά στην Ιταλία, στην Ισπανία, στις ΗΠΑ, στη Βρετανία αλλά και στην Ελλάδα, ο συντελεστής μετάδοσης είναι άνω του 5 έως 10 (ο κάθε ένας μολύνει ισάριθμα άτομα). Γι’ αυτό παρουσιάστηκαν εκθετικές αυξήσεις των κρουσμάτων, λόγω καθυστέρησης στην ανακοίνωση περιοριστικών ενεργειών. Είναι λοιπόν εξαιρετικά δύσκολο όταν υπάρχει ελεύθερη κυκλοφορία, ανοικτά σχολεία, καταστήματα, υπηρεσίες, ο συντελεστής μετάδοσης να είναι μικρότερος του «1» κι αυτό να βασίζεται μόνο στη χρήση μασκών, τήρηση αποστάσεων και σε περιορισμούς πρόσβασης».

tanea.gr