Γράφει ο Παντελής Κιντζονίδης
Εκπαιδευτικός
Στην κινηματογραφική ταινία “Η επόμενη μέρα”, παρουσιάζεται η ζωή στην ανθρωπότητα μετά από μια πυρηνική κατσστροφή, με τρόπο που σοκάρει, αλλά είναι επιστημονικά τεκμηριωμένος και αληθινός.
Σήμερα ζούμε τις πρώτες συνέπειες ενός άλλου σοκ που προέρχεται από την εισβολή του κορονοϊού σε όλα τα επίπεδα: προσωπικό, συλλογικό, οικογενειακό, οικονομικό, υγείας, ψυχολογικό.
Η ζωή φαίνεται να έχει σταματήσει και όλοι μας να έχουμε απωλέσει την αίσθηση του χώρου και του χρόνου, όμως στην πραγματικότητα δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο.
Οι αδήριτοι νόμοι της φύσης δεν σταματούν ποτέ.
Έτσι, η μέρα θα ξεκινάει πάντα με την ανατολή και θα τελειώνει με τη δύση, η άνοιξη θα ακολουθεί τον χειμώνα, το φως θα διαδέχεται το σκοτάδι και ούτω καθεξής.
Ο φόβος όμως τώρα διαδέχεται την ασφάλεια, η λύπη τη χαρά, ο εγκλεισμός την ελευθερία, η ταραχή την ηρεμία.
Συνέπειες ενός αόρατου παγκόσμιου εισβολέα.
Καταστάσεις που μας υπενθυμίζουν ότι η ζωή, το σύμπαν, ο κόσμος, τα πάντα γύρω μας, αποτελούν χαοτικό μοντέλο, τις περισσότερες φορές μη προβλέψιμο και άρα δύσκολο να αντιμετωπιστεί.
Επομένως, ο πρώτος παράγοντας μεταβολής (πχ. ιός αγνώστου προελεύσεως), οδηγεί τον άνθρωπο σε νέες μεταβολές, που με τη σειρά τους φέρνουν άλλες και άλλες και άλλες και το πράγμα δεν έχει τελειωμό, αφού θυμίζει (και είναι) ντόμινο.
Το σοκ που προκαλείται έχει ανυπολόγιστες συνέπειες. Δεν είναι τυχαίο που στρατιωτικές επιχειρήσεις ονομάστηκαν ΣΟΚ και ΔΕΟΣ, ούτε τυχαίος είναι ο τίτλος του βιβλίου της Naomi Klein “ΤΟ ΔΟΓΜΑ ΤΟΥ ΣΟΚ”.
Δεν έχει σημασία σε τι αναφερόμαστε, είτε λόγου χάρη πρόκειται για πόλεμο με όπλα και κανόνια, είτε οικονομικό πόλεμο, είτε ψυχολογικό πόλεμο.
Η ουσία είναι ότι οι συνέπειες του σοκ είναι πολύ δύσκολο να ξεπεραστούν και επιπλέον θέλουν χρόνο να ξεπεραστούν.
Στο μεσοδιάστημα γεγονότων που προκάλεσαν σοκ στην ανθρωπότητα, το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα βρήκε την ευκαιρία να εφαρμόσει τις σκληρότερες οικονομικές και αντικοινωνικές πολιτικές, παρουσιάζοντάς τες μάλιστα ως αντίμετρα ή ως θεραπείες.
Αδιανόητοι κατά το παρελθόν νόμοι, ασφυκτικοί έλεγχοι, παραβίαση θεμελιωδών δικαιωμάτων για τα οποία μάλιστα έγιναν αγώνες και χύθηκε αίμα, αποτελούν δεδομένη πρακτική στο μεγαλύτερο μέρος του δήθεν σύγχρονου κόσμου.
Με την ανοχή κυβερνήσεων, ανώνυμες κολοσσιαίες εταιρείες κατέχουν και ασκούν εξουσία, υπερσκελίζοντας τους εκλεγμένους πολιτικούς.
Ο πλούτος είναι και πάλι συγκεντρωμένος σε ελάχιστες οικογένειες που ελέγχουν τις ενεργειακές πηγές και τα μέσα ενημέρωσης.
Η πρόοδος της τεχνολογίας θα έπρεπε να οδηγεί σε μείωση των ωρών εργασίας και το πλεόνασμα του χρόνου να αξιοποιείται για την πνευματική και κοινωνική ολοκλήρωση του ανθρώπου. Αντί αυτού, βλέπουμε κυβερνήσεις να αυξάνουν τις ώρες εργασίας και να υιοθετούν μέτρα εργασιακού Μεσαίωνα. Εργαζόμενους σε συνθήκες σκλαβιάς να μη γνωρίζουν το ωράριο που θα εργαστούν και να εργάζονται ακόμη και σε μέρες που θα έπρεπε να βρίσκονται με την οικογένεια και τους φίλους τους και να ξεκουράζονται.
Δεν είναι τυχαίο ότι αυτό το μοντέλο εργασίας προωθείται και ως δήθεν αναγκαίο καλό, ούτε ότι αντί για τον όρο εργασία χρησιμοποιείται ο όρος απασχόληση.
Έχουν όλα αυτά σχέση με τον κορονοϊό;
Πιστεύω πως ναι, καθώς φαίνεται ότι προετοιμάζεται σε παγκόσμιο επίπεδο η επόμενη μέρα, μετά την αποδρομή της δυστοπικής κατάστασης που ζούμε.
Θα πρέπει δηλαδή να γίνει ένα είδος επανεκκίνησης, σε όλα τα επίπεδα.
Το ζήτημα είναι πώς θα γίνει αυτή η επανεκκίνηση, με ποιους όρους, με ποιο σκεπτικό, με ποια οικονομική πολιτική;
Μήπως ζήσει για μια ακόμη φορά η ανθρωπότητα μέρες κραχ, καταπίεσης, φτώχειας, αποκλεισμών, κοινωνικών διακρίσεων;
Μήπως το μέλλον που έρχεται οσονούπω δεν είναι και τόσο καλό για τους πολλούς;
Σε πρόσφατη συνέντευξή του ο Νόαμ Τσόμσκι, είπε τα εξής:
«Σε έναν πολιτισμένο κόσμο, οι πλούσιες χώρες θα βοηθούσαν μετά τις χώρες που έχουν ανάγκη, αντί να τις στραγγαλίζουν. Η κρίση του κορονοϊού μπορεί να κάνει τους ανθρώπους να σκεφτούν τι είδους κόσμο θέλουμε;»
Μήπως ο μεγάλος αυτός διανοητής έχει δίκιο;
Μήπως η επόμενη μέρα αποδειχθεί τελικά νύχτα;