Η Ελλάδα έζησε τον πιο ζεστό χειμώνα στα χρονικά – Η Μεσόγειος «φλέγεται» από θαλάσσιους καύσωνες

Ο φετινός χειμώνας ήταν ο θερμότερος στα χρονικά στην Ελλάδα, ξεπερνώντας και αυτόν του 2015-2016, σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία από την υπηρεσία κλιματικής αλλαγής του Ευρωπαϊκού προγράμματος Copernicus που ανέλυσε η επιστημονική ομάδα του meteo.

Κατά τη διάρκεια των μηνών Δεκεμβρίου 2023, Ιανουαρίου και Φεβρουαρίου 2024 σημειώθηκαν θερμοκρασίες με τιμές αρκετά υψηλές για τα επίπεδα της εποχής. Μάλιστα όπως επισημαίνει το meteo.gr/Ε.Α.Α. τον χειμώνα που διανύσαμε καταρρίφθηκαν τα ρεκόρ θερμοκρασιών το ένα μετά το άλλο.

Ειδικότερα σύμφωνα με το δίκτυο 53 μετεωρολογικών σταθμών του meteo.gr του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών ο φετινός Ιανουάριος χαρακτηρίστηκε από πολλές ημέρες με θετικές αποκλίσεις θερμοκρασίας ενώ για τη Βόρεια Ελλάδα και τη Θεσσαλία ήταν o δεύτερος πιο θερμός Ιανουάριος από το 2010. Μάλιστα στην περιοχή της Δυτικής Μακεδονίας καταγράφηκαν θερμοκρασίες οι οποίες ήταν έως και 3,0 °C πάνω από τα κανονικά για την εποχή επίπεδα.

Αντίστοιχη εικόνα παρουσίασε και ο Φεβρουάριος καθώς σύμφωνα με τα στοιχεία του meteo.gr/ΕΑΑ ήταν ο πιο θερμός Φεβρουάριος τα τελευταία 15 χρόνια στη Βόρεια Ελλάδα.

Όπως τονίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο διευθυντής ερευνών του ΙΕΠΒΑ/ΕΑΑ, Δρ. Κώστας Λαγουβάρδος ο φετινός Φεβρουάριος ήταν ένας μήνας με έντονες αποκλίσεις θερμοκρασίας. Ενδεικτικά στη Μακεδονία και τη Θεσσαλία καταγράφηκαν τιμές έως και 4,0 °C πάνω από τα κανονικά για την εποχή επίπεδα.

Φτάνοντας στο τέλος του Μαρτίου η εικόνα για υψηλότερες θερμοκρασίες για τα κανονικά για την εποχή επίπεδα δεν αλλάζει.

Όπως εξηγεί ο κ. Λαγουβάρδος σύμφωνα με τις προκαταρκτικές εκτιμήσεις για τον τρίτο μήνα του έτους, και με βάση τα στοιχεία έως τις 28 Μαρτίου 2024, υπάρχουν σε όλη την Ελλάδα σχετικές αποκλίσεις για 1,5 έως 2 βαθμούς πάνω από τα κανονικά για την εποχή επίπεδα.

Εξαίρεση αποτελεί η Ήπειρος η οποία σύμφωνα με τα έως τώρα στοιχεία καταγράφει αποκλίσεις της τάξεως του ενός βαθμού.

Παράλληλα όπως τονίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Λαγουβάρδος με τις έως τώρα εκτιμήσεις το πρώτο 10ήμερο του Απριλίου αναμένεται να είναι αρκετά ζεστό, αρχής γενομένης από την ερχόμενη εβδομάδα.

Ειδικότερα, σύμφωνα με τα νεότερα προγνωστικά στοιχεία του meteo.gr / Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών, η ατμοσφαιρική κυκλοφορία πάνω από την Ευρώπη τις επόμενες ημέρες θα ευνοήσει την μεταφορά ακραία θερμών για την εποχή αερίων μαζών από την Αφρική προς την Ανατολική Ευρώπη.

Η κατάσταση αυτή θα έχει ως αποτέλεσμα να σημειωθούν θερμοκρασίες έως και 15-16 βαθμούς Κελσίου υψηλότερες από τα κανονικά για την εποχή επίπεδα. Μάλιστα, πιθανόν, η θερμοκρασία στην αρχή της εβδομάδας να πλησιάσει ή ακόμα και να ξεπεράσει τους 30 βαθμούς Κελσίου σε τμήματα της ηπειρωτικής χώρας, όπως αναφέρει το meteo.gr

Αξίζει να σημειωθεί ότι μειωμένες παρουσιάζονται και οι βροχοπτώσεις στη χώρα με αποτέλεσμα να αυξάνεται η ξηρασία, γεγονός που όπως αναφέρει ο κ. Λαγουβάρδος, δημιουργεί μία ανησυχία για επιδείνωση της κατάστασης της καύσιμης ύλης, κάτι που ωστόσο θα επανεκτιμηθεί το επόμενο διάστημα.

Αυξημένη η μέση θερμοκρασία της επιφάνειας της θάλασσας

Αύξηση ωστόσο παρουσιάζει και η θερμοκρασία της επιφάνειας της θάλασσας παγκοσμίως.

Όπως τονίζει ο καθηγητής Θαλάσσιας Βιολογίας στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου (Πρόεδρος Τμήματος Ωκεανογραφίας και Θαλασσίων Βιοεπιστημών, Παν. Αιγαίου, Μέλος Επιστημονικής Επιτροπής MedPAN), Δρόσος Κουτσούμπας στη διάρκεια των τελευταίων 30 ετών υπάρχει μία αύξηση της θερμοκρασίας των νερών της Μεσογείου κατά περίπου 1.5 βαθμό Κελσίου οδηγώντας στην «τροπικοποίηση» της Μεσογείου (Mediterranean Tropicalization) που έχει ως αποτέλεσμα την εισβολή μεγάλου αριθμού ξενικών – αλλόχθονων ειδών (βιολογικοί εισβολείς) στην Μεσόγειο δημιουργώντας προβλήματα στους πληθυσμούς των αυτόχθονων ειδών του θαλάσσιου βιόκοσμου και τα ενδιαιτήματά τους, αλλά και στον άνθρωπο.

Σύμφωνα με τον κ. Κουτσούμπα, συνοψίζοντας τους μεγαλύτερους κινδύνους που αντιμετωπίζουν οι θάλασσες της Μεσογείου από την κλιματική αλλαγή είναι η αύξηση της θερμοκρασίας των νερών με αποτέλεσμα την είσοδο αλλόχθονων ειδών, η οξίνιση της θάλασσας, δηλαδή η μείωση του pH του θαλασσινού νερού και η αύξηση οξύτητας, οι θαλάσσιοι καύσωνες και η αύξηση της στάθμης της θάλασσας που έχει ως αποτέλεσμα τη διάβρωση.

Αναφορικά με την οξίνιση της θάλασσας όπως εξηγεί ο κ. Κουτσούμπας, οι προσθήκες διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα αυξάνουν το διαλυμένο διοξείδιο του άνθρακα οδηγώντας στην αύξηση της οξύτητας στους ωκεανούς.

«Οι αυξημένες τιμές διοξειδίου του άνθρακα οδηγεί σε μειωμένο PH στους ωκεανούς που επηρεάζει όλους τους οργανισμούς που αποτελούνται από ανθρακικό ασβέστιο γιατί το οξύ διαλύει το ανθρακικό ασβέστιο άρα δεν μπορούν να φτιάξουν το σκελετό τους», επισημαίνει ο κ. Κουτσούμπας.

Σχετικά με τους θαλάσσιους καύσωνες ο κ. Κουτσούμπας μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ στο περιθώριο της ομιλίας με θέμα «Κλιματική αλλαγή και οι επιπτώσεις της στις θάλασσες της Μεσογείου: Από τη θεωρία στην πράξη» που διοργάνωσε η Ελληνική Εταιρεία Προστασίας της Φύσης στο πλαίσιο του νέου κύκλου «Προστασία της Φύσης Lab» σημειώνει:

«Το δε ακόμη χειρότερο είναι το γεγονός ότι πέραν ότι έχεις μια υψηλότερη θερμοκρασία ως μέσο βαθμό, 1,5 βαθμό κελσίου τα τελευταία 30 χρόνια είναι ότι και οι περίοδοι που διαρκούν οι υψηλές τιμές της θερμοκρασίας.

Η επιστημονική κοινότητα ονομάζει το φαινόμενο θαλάσσιους καύσωνες, δηλαδή για μεγάλα χρονικά διαστήματα 20, 30 μέρες, έχεις θερμοκρασίες που είναι σχετικά αφύσικες. Αντί να έχεις θερμοκρασίες 22-23 βαθμούς το καλοκαίρι έχεις 28,29, το οποίο προφανώς οδηγεί σε ακραίες συνθήκες ακόμη και σε θάνατο πολλούς οργανισμούς».

Παράλληλα όπως υπογραμμίζει δεν είναι μόνο το θέμα της κλιματικής αλλαγής αλλά και ανθρωπογενείς δραστηριότητες όπως η ναυσιπλοΐα, η υπεραλίευση, η ρύπανση από τα πλαστικά, μια σειρά από ανθρωπογενείς παρεμβάσεις σε οικοτόπους που σημαίνει ότι όλα αυτά δρουν μαζί με την αύξηση της θερμοκρασίας και την κλιματική αλλαγή συναθροιστικά και προσθέτει ότι έτσι επιτείνεται η πίεση.

«Το πιο πιθανό από όλα είναι ότι δεν θα καταφέρουμε να πετύχουμε τους στόχους και η μόνη προσπάθεια που μπορεί κάποιος να κάνει είναι να αυξήσει περιοχές που τις έχουμε άθικτες, να φτιάξουμε δηλαδή περιοχές ανέγγιχτες πιο κοντά σε φυσική κατάσταση», σημειώνει ο κ. Κουτσούμπας