Τη σταδιακή μείωση των επιδοτήσεων για τα ορυκτά καύσιμα και την αύξηση της υποστήριξης για καθαρές και αποδοτικές τεχνολογίες θέρμανσης προβλέπει το αναθεωρημένο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα που έχει τεθεί σε διαβούλευση από το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας.
Ηδη από πέρυσι η επιδότηση θέρμανσης δεν περιορίζεται μόνο στα ορυκτά καύσιμα, δηλαδή στο πετρέλαιο και το φυσικό αέριο αλλά επεκτάθηκε και στην ενίσχυση των καταναλωτών που χρησιμοποιούν ηλεκτρικά θερμαντικά μέσα. Πρόκειται για στρατηγική που στοχεύει στην αναδιαμόρφωση του πλαισίου της επιδότησης θέρμανσης, καθιστώντας την πιο περιβαλλοντικά φιλική και οικονομικά βιώσιμη, όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο ΕΣΕΚ.
Αλλωστε η επιδότηση θέρμανσης στην Ελλάδα αποτελεί μια αναγκαία παροχή, ιδιαίτερα κατά τους χειμερινούς μήνες, για να διασφαλιστεί ότι τα νοικοκυριά μπορούν να διατηρήσουν ένα αξιοπρεπές επίπεδο θέρμανσης. Η λογική πίσω από αυτή την επιδότηση είναι να υποστηριχθούν οι πολίτες, και ιδιαίτερα, τα οικονομικά ευάλωτα νοικοκυριά που δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν στο υψηλό κόστος της θέρμανσης, ιδιαίτερα σε περιοχές με χαμηλές θερμοκρασίες. Σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, το έτος 2022 δόθηκαν συνολικά 269,2 εκατομμύρια ευρώ ως επίδομα θέρμανσης, κυρίως προς τα νοικοκυριά που καταναλώνουν πετρέλαιο θέρμανσης, φυσικό αέριο και άλλες επιδοτούμενες μορφές καυσίμου. Η καταβολή επιδόματος θέρμανσης μειώθηκε στα 237 εκατομμύρια ευρώ για τη χειμερινή περίοδο 2023-2024.
Για το α’ τρίμηνο του έτους 2024, πραγματοποιήθηκε καταβολή επιδόματος θέρμανσης σε 400.000 περίπου καταναλωτές που χρησιμοποιούν ως μέσο την ηλεκτρική ενέργεια, με συνολικό κόστος που έφτασε τα 38 εκατομμύρια ευρώ.
Στο πλαίσιο του ΕΣΕΚ, η Ελλάδα προγραμματίζει τη σταδιακή μείωση των επιδοτήσεων για τα ορυκτά καύσιμα και την αύξηση της υποστήριξης για καθαρές και αποδοτικές τεχνολογίες θέρμανσης. Με αυτή την προσέγγιση, το επίδομα θέρμανσης θα συνεχίσει να υποστηρίζει τα ευάλωτα νοικοκυριά, ενώ παράλληλα θα προωθείται η χρήση πράσινων και βιώσιμων πηγών ενέργειας, ευθυγραμμίζοντας την πολιτική της χώρας με τους Ευρωπαϊκούς στόχους για την κλιματική αλλαγή και την ενεργειακή μετάβαση και καλύπτοντας τις απαιτήσεις της σύστασης της Επιτροπής Απασχόλησης (Employment Committee) και της Επιτροπής Κοινωνικής Προστασίας (Social Protection Committee). Τέλος, σχεδιάζεται η επέκταση προγραμμάτων ενεργειακής αναβάθμισης των ευάλωτων νοικοκυριών, ώστε παράλληλα με τη χρήση πράσινων και βιώσιμων πηγών ενέργειας, να βελτιωθεί και η ενεργειακή αποδοτικότητα των κατοικιών τους. Αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα τη μείωση των αναγκών για θέρμανση και ψύξη, μειώνοντας έτσι την εξάρτηση από επιδόματα θέρμανσης και ψύξης. Κομβική συνιστώσα του εν λόγω σχεδιασμού είναι και ο εξηλεκτρισμός του τομέα θέρμανσης – ψύξης των νοικοκυριών, με την προώθηση των αντλιών θερμότητας.
Όπως σημειώνεται στο ΕΣΕΚ, η σταδιακή κατάργηση των επιδοτήσεων για τα ορυκτά καύσιμα, με τρόπο δίκαιο, ομαλό και λαμβάνοντας πάντα μέριμνα για τους οικονομικά ασθενέστερους και ευάλωτους ενεργειακά, είναι απαραίτητη για τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, την αύξηση της ενεργειακής απόδοσης και την προώθηση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Υπό το πρίσμα αυτό, η σταδιακή κατάργηση των ορυκτών καυσίμων και η αντικατάστασή τους με λύσεις καθαρής ενέργειας—συμπεριλαμβανομένης της άμεσης ηλεκτροδότησης, των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, της ενεργειακής απόδοσης και της ευελιξίας ζήτησης, αποθήκευσης ενέργειας, καθώς και κοινωνικών αλλαγών που μειώνουν τη ζήτηση ενέργειας—είναι η πρωταρχική απαίτηση για την επίτευξη των στόχων μας για το κλίμα και τη δικαιοσύνη. Η προσαρμογή αυτή έχει σχεδιαστεί να υλοποιηθεί με ορθή διαχείριση και κοινωνικά υπεύθυνο τρόπο, με έμφαση στη μετάβαση στην καθαρή ενέργεια. Αυτό περιλαμβάνει την κατάλληλη τιμολόγηση για τα ορυκτά καύσιμα με βάση τις τάσεις της αγοράς, τη διαχείριση των πιθανών κοινωνικών και οικονομικών επιπτώσεων μιας τέτοιας μεταρρύθμισης και τη χρήση των εσόδων για τη στήριξη της κοινωνικής προστασίας