Ελένη Αλεξίου: “Η ώθηση να γράψω είναι εσωτερική, μια δυσερμήνευτη και ακατανίκητη ορμή”

Με αφορμή την παρουσίαση της ποιητικής συλλογής, “επτά ανάσες πριν”, συναντήσαμε την κα Ελένη Αλεξίου η οποία μάς μίλησε για το έργο της, καθώς και για ευρύτερα θέματα της ποίησης.

Δημοσιογράφος: Ελένη Κωστοπούλου

Ξεκινώντας τη συνέντευξη, θα ήθελα να μάς πείτε λίγα λόγια για σας. Πότε ξεκινήσατε να γράφετε και τί είναι αυτό που σας ώθησε να το κάνετε;

Τα πρώτα μου γραπτά ήταν ιστοριούλες που σκάρωσα στο Δημοτικό. Δεν εννοώ σχολικές εργασίες, αλλά παραμυθάκια που έγραφα, εικονογραφούσα, κάποιες φορές βιβλιοδετούσα μάλιστα. Η γραφή ήταν τόσο διασκεδαστική για μένα όσο και το παιχνίδι. Η μεταμόρφωση του χαρτιού σε καμβά σκέψεων και συναισθημάτων, με γοήτευε χωρίς να μπορώ να προσδιορίσω το γιατί. Η ώθηση να γράψω είναι εσωτερική, μια δυσερμήνευτη και ακατανίκητη ορμή.

Ποιες είναι οι πηγές της έμπνευσή σας;

Θα σας απαντήσω με στίχους ποιημάτων μου από την συλλογή «επτά ανάσες πριν», που παρουσιάζεται την Κυριακή 28 Ιανουαρίου στην Καστοριά. «Το ξερό ρυάκι που διατρέχουν τα μυρμήγκια», «η θάλασσα που πλέκει τον αφρό», «τα προσφυγόπουλα που παίζουν πόλεμο, να θυμηθούνε την πατρίδα», «ο δάσκαλος που φύτευσε τον σπόρο», «ο ποιητής που ασκητεύει», «όσοι πλουτίζουν δίνοντας»… Αυτές είναι οι πηγές της έμπνευσής μου. Το μικρό και το μεγάλο, το φανερό και το αφανέρωτο, το δικό μου και των άλλων.

 

Σήμερα οι νέοι πιστεύετε ότι διαβάζουν ποίηση;

Όχι, η πλειοψηφία των νέων δεν διαβάζει. Οι νέοι, εννοώ τους μαθητές και ειδικά τους εφήβους, σηκώνουν το βάρος των  μαθητικών τους υποχρεώσεων. Λίγος χρόνος και διάθεση υπάρχει για το ταξίδι στην ποίηση. Να το πω με μια αλληγορία; Για να αποπλεύσει το καράβι χρειάζονται ευνοϊκές συνθήκες. Στην καταιγίδα ο απόπλους απαγορεύεται. Και δυστυχώς στον κόσμο των νέων «βρέχει» διάβασμα, άγχος, εξετάσεις, προσδοκίες, tik tok, Instagram, youtube… Εκεί η ποίηση δεν έχει κανάλι.

Ποια είναι τα σημερινά ρεύματα της ποίησης;

Στην εποχή της πολυφωνίας, της ανάδειξης του διαφορετικού υπάρχουν τόσες τάσεις όσες  και οι γράφοντες/ουσες. Αλλού προσπάθεια εικονοποίησης εσωτερικών τοπίων, διάθεση ανάδειξης του προσωπικού βιώματος, αφαιρετικός, υπαινικτικός λόγος, επιτηδευμένη ασάφεια. Αλλού ρεαλιστική γραφή, σχεδόν καταγγελτική. Και η γλώσσα, η αγαπημένη των ποιητών κάθε γενιάς, συχνά να θυμίζει λογοπαίγνιο, ευφυολόγημα, κάτι μεταξύ παραφρασμένου ρητού και διαφημιστικού μότο. Αυτό δεν είναι κατά ανάγκη αρνητικό, δεν το θέτω ως τέτοιο. Καθώς αλλάζει η κοινωνία, είναι αναπόφευκτο να αλλάζει και η γλώσσα, άρα και η λογοτεχνία. Πόσο όμως ενδιαφέρον έχει η στροφή, για να θυμηθούμε τον Σεφέρη. Στροφή προς το ανεπιτήδευτο χρειάζεται η ποίηση, νομίζω.

 

Πόσο μπορεί να βοηθήσει η ποίηση στο ξεπέρασμα της βαθιάς ηθικής κρίσης που βιώνουμε;

Πολύ. Αυτό όμως δεν γίνεται όσο η ποίηση, η Τέχνη γενικότερα, μένει στο περιθώριο των ενδιαφερόντων μας. Ας βάλουμε τους ποιητές στα σχολεία, ας φέρουμε τα παιδιά στο θέατρο, στις εκθέσεις ζωγραφικής, στις αίθουσες χορού, ας τους μάθουμε να παίζουν μουσική, να τραγουδούν, να χρησιμοποιούν τα χέρια τους, να φροντίζουν ένα ζώο ή έναν κήπο και θα έρθει η αλλαγή. Η ηθική κρίση είναι πρωτίστως κρίση συνηθειών. « Ήθος έθος», έλεγαν σωστά οι αρχαίοι. Αν, λοιπόν, αλλάξουμε πρότυπα, συνήθειες, προσανατολισμό παιδείας, θα δούμε να αμβλύνονται οι παθογένειες της σημερινής κοινωνίας.

Το ποιητικό ταλέντο θεωρείται ότι είναι έμφυτο ή χτίζεται μέσω των εμπειριών και του διαβάσματος ή είναι συνδυασμός και των δύο;

Το ταλέντο, όπως μου έμαθαν οι μαθητές και οι μαθήτριές μου τα δεκαεννιά χρόνια που εργάζομαι ως εκπαιδευτικός, είναι έμφυτο. Είναι δώρο που μας χαρίζεται, σπόρος. Σπόρος που χρειάζεται φροντίδα, για να βλαστήσει. Διαφορετικά δεν θα απολαύσουμε ποτέ καρπούς. Άρα μαζί με τον σπόρο η φροντίδα. Μαζί με το ταλέντο η εξάσκηση, το διάβασμα, η δέσμευση, η τριβή.

Κατάγεστε από τα Τρίκαλα αλλά ζείτε στην Καστοριά τον τελευταίο ενάμιση χρόνο. Θα λέγατε ότι η πόλη μας σας εμπνέει να δημιουργήσετε;

Η Καστοριά με κέρδισε αμέσως με την ομορφιά της, την ισορροπία ανθρώπινου και φυσικού στοιχείου και την ποιότητα ζωής που προσφέρει στην οικογένειά μου. Το τοπίο της παραλίμνιας πόλης είναι τόσο ζωντανό και μεταβαλλόμενο, εύγλωττο θα έλεγα. Στον μεταξύ μας διάλογο, με αποστομώνει. Πρόσφατα χρειάστηκε να σπεύσω με το ποδήλατο στο κέντρο της πόλης για ιδιωτική υπόθεση, αλλά κάθε τόσο φρέναρα και στεκόμουν στο πεζοδρόμιο της Ορεστείων άναυδη κυριολεκτικά και αποσβολωμένη από την συγκλονιστική ομορφιά γύρω μου. Επειδή, λοιπόν, δεν έχω βρει ακόμη τις λέξεις να περιγράψω τις εικόνες, μένω στο να τις απαθανατίζω . Φωτογραφίζω τα αρχοντικά, τις εκκλησιές, τις πλατείες, τα καλντερίμια, τη λίμνη και τα πλάσματά της. Επίσης, γνωρίζω την Καστοριά μέσα από τους λογοτέχνες της. Διαβάζω κείμενα του Ηλία Παπαμόσχου, της Χρυσούλας Πατρώνου-Παπατέρπου, του Χρήστου Παπαδόπουλου, του Δημήτρη Ιωαννίδη και άλλων.  Βρίσκω συγκινητικό και ευφυές ταυτόχρονα το πώς συνομιλούν με την πόλη τους.

Σας ευχαριστώ πολύ για την ενδιαφέρουσα συνέντευξη που μάς παραχωρήσατε και για τον χρόνο που μάς διαθέσατε.