Ελβετοί, Βέλγοι και Ολλανδοί οι πρωταθλητές στην κατανάλωση προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας.
Τι συμβαίνει στην Ελλάδα και στον Ευρωπαϊκό Νότο. Ποια είναι η ψαλίδα στις τιμές σε σχέση με τα επώνυμα.
Ο Δείκτης Τιμών Καταναλωτή, βασικό βαρόμετρο του πληθωρισμού, αυξήθηκε κατά 11,3% τον Μάιο, σύμφωνα με τη Ελληνική Στατιστική Αρχή.
Μεγαλύτερη ήταν η αύξηση κατά 12,1% των τιμών στην ομάδα διατροφή και μη αλκοολούχα ποτά, λόγω αύξησης κυρίως των τιμών σε ψωμί και δημητριακά, κρέατα, ψάρια, γαλακτοκομικά, αβγά, έλαια, λίπη, φρούτα, λαχανικά, ζάχαρη, παγωτά, καφέ, νερό, αναψυκτικά, κ.ά. Δηλαδή σε προϊόντα που αποτελούν βασικές αγορές των νοικοκυριών, που συνέχισαν για έναν ακόμη μήνα να είναι σημαντικά πιο ακριβές από ό,τι πριν από ένα χρόνο.
Αυτή την ακρίβεια την αισθάνονται πολύ περισσότερο τα νοικοκυριά με χαμηλό εισόδημα. Σύμφωνα με έρευνα του Ινστιτούτου Εργασίας της Γενικής Συνομοσπονδίας Εργατών Ελλάδας (ΙΝΕ/ΓΣΕΕ), «τον Απρίλιο του 2022 η απώλεια αγοραστικής δύναμης του κατώτατου μισθού ήταν ίση με 18% έναντι 14,7% τον Μάρτιο. Ο μέσος μισθός του ιδιωτικού τομέα είχε απολέσει τον Απρίλιο του 2022 το 9,9% της αγοραστικής του δύναμης, ενώ ο μέσος μισθός μερικής απασχόλησης το 28%.
Καθώς τα καθημερινά έξοδα διαβίωσης συνεπάγονται μεγαλύτερη μείωση της αγοραστικής δύναμης, όλο και περισσότεροι καταναλωτές στρέφονται προς τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας, ενώ όπως διαπιστώνουν διεθνείς μελέτες, η αφοσίωση στην επωνυμία μειώνεται, όταν το κόστος αυξάνεται.
Έρευνα της McKinsey -πραγματοποιήθηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο σε περισσότερους από 2.000 καταναλωτές στις ΗΠΑ- διαπίστωσε ότι ένας στους πέντε δήλωσε ότι αγόρασε περισσότερα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας κατά τη διάρκεια της κρίσης της Covid-19 από ό,τι πριν από την κρίση. Ο λόγος αυτής της στροφής, για το 45% του δείγματος ήταν η τιμή.
Το κυνήγι για την καλύτερη τιμή δεν αφορά μόνο τους Αμερικανούς καταναλωτές. Έρευνα της PLA έδειξε ότι εν μέσω της παρατεταμένης οικονομικής αβεβαιότητας, το κυνήγι των καταναλωτών για καλύτερες τιμές μπορεί να διατηρήσει την έκρηξη των πωλήσεων των προϊόντων ιδιωτικών ετικέτας. Αλλά η μετατόπιση είναι προσωρινή και οι καταναλωτές θα μπορούσαν να επιλέξουν να επιστρέψουν στα επώνυμα brands μετά την κρίση, αναφέρεται στην έρευνα International Private Label Yearbook.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, πρωταθλητές στην αγορά προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας παραμένουν οι Ελβετοί, οι Βέλγοι και οι Βρετανοί. Σε ό,τι αφορά τους Έλληνες, βρίσκονται στη 14η θέση σε σύνολο 18 χωρών που εξετάστηκαν.
Ενώ λοιπόν το μερίδιο των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας σε Ελβετία, Βέλγιο και Ηνωμένο Βασίλειο είναι σε όγκο 57,6%, 54,6% και 50,4% αντίστοιχα, στην Ελλάδα είναι 29,4% σε όγκο και σε 21,4% σε αξία. Μερίδιο αρκετά χαμηλότερο από τους πρωταθλητές στην κατανάλωση των PL αλλά και από το μερίδιο που απολαμβάνουν τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας στον Ευρωπαϊκό Νότο. Στην Ισπανία, το μερίδιο των PL είναι 49,9% σε όγκο και 41,6% σε αξία, στην Πορτογαλία 49,6% σε όγκο και 36,3% σε αξία και στην Ιταλία 33,2% σε όγκο και 26% σε αξία.
Ποια όμως είναι η διαφορά τιμής μεταξύ ενός προϊόντος ιδιωτικής ετικέτας και ενός γνωστού brand; Η τιμή ενός επώνυμου παγωτού είναι πέντε φορές υψηλότερη από την τιμή ενός παγωτού ιδιωτικής ετικέτας. Στο ψωμί του τοστ το προϊόν ιδιωτικής ετικέτας είναι 49% φθηνότερο, 67,43% στις φρυγανιές, 40% στο φρέσκο γάλα, 57% στο γιαούρτι, 37% στην καπνιστή γαλοπούλα, 37% στην πάριζα, κ.ο.κ.