Πώς η αρχαία Ελληνική Μυθολογία επένδυσε τις αλκυονίδες ημέρες που θυμίζουν καλοκαίρι μέσα στην «καρδιά» του χειμώνα με έναν πολύ ωραίο μύθο που υφάνθηκε γύρω από το μυθικό πρόσωπο της όμορφης Αλκυόνης.
Οι ζεστές και αίθριες μέρες του χειμώνα, οι ασάλευτες από άνεμο και ασκίαστες από σύννεφα, σε αυτόν που δεν έχει γνώση της παράδοσης ή της μυθολογίας θα μπορούσαν εκ πρώτης όψεως να αντιστοιχηθούν – και μόνο – στο φαινόμενο της κλιματικής κρίσης του οποίου τις δυσμενείς μεταβολές βιώνουμε όλο και συχνότερα το τελευταίο διάστημα.
Τελικά τι είναι οι αλκυονίδες ημέρες – οι αίθριες και ζεστές μέρες στην καρδιά του χειμώνα, επί το πλείστον στο δεύτερο δεπανθήμερο του Ιανουαρίου – είναι φαινόμενο μετεωρολογικό;
Είναι οι αλκυονίδες μετεωρολογικό φαινόμενο;
Μια κάποια προσέγγιση που αξίωνε το χαρακτηρισμό «επιστημονική» υποστήριζε ότι το φαινόμενο των Αλκυονίδων Ημερών οφείλεται στη θέση της Ελλάδας στα νοτιοανατολικά της Ευρώπης, σε ένα σημείο που για κάποιο σύντομο διάστημα του χειμώνα, παρατηρείται μια εξισορρόπηση στις βαρομετρικές πιέσεις της νότιας και βόρειας Ευρώπης….
Κάθετα αντίθετος με την άποψη αυτή και την επιστημονικότητά της είναι ο διδάκτωρ μετεωρολογίας και ερευνητής του Εθνικού Αστεροσκοπείου Γιώργος Παπαβασιλείου ο οποίος εξήγησε στο ΒΗΜΑ:
«Οι περίοδοι που χαρακτηρίζεται ο καιρός από καλές καιρικές συνθήκες, το οποίο συνεπάγεται διαστήματα ηλιοφάνειας στο μεγαλύτερο μέρος της χώρας, ασθενείς γενικά ανέμους και υψηλότερες του κανονικού θερμοκρασίες είναι γενικότερα διαστήματα που χαρακτηρίζονται από υψηλές πιέσεις στην ευρύτερη περιοχή μας».
Αυτό που αποκαλούμε Αλκυονίδες εξηγεί ο μετεωρολόγος, «είναι κάτι το οποίο μπορεί να συμβεί και συμβαίνει οποιαδήποτε στιγμή αναλόγως με την ατμοσφαιρική κυκλοφορία στην ευρύτερη περιοχή του βορείου Ατλαντικού και της Ευρώπης» και όχι στο δεύτερο δεκαπενθήμερο του Ιανουαρίου με το οποίο έχει συνδέσει η λαϊκή παράδοση αλλά και η μυθολογία τις Αλκυονίδες ημέρες.
Ο αστερισμός των Αλκυονίδων
Εχει καταγραφεί και μία ακόμη εκδοχή, αστρολογικού ενδιαφέροντος αυτή τη φορά, σύμφωνα με την οποία το θερμό αυτό διάστημα στην καρδιά του χειμώνα μεσουρανεί ο αστερισμός Αλκυών, των Πλειάδων, αστερισμός που φέρει το όνομά του από το ομώνυμο θαλάσσιο πτηνό (Alcedo atthis).
Σύμφωνα με αυτή την προσέγγιση, την αστρολογική, το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Ιανουρίου είναι η περιόδος κατά την οποία τις νυχτερινές ώρες, ο αστερισμός Αλκυών βρίσκεται στο ζενίθ του, είναι ορατός στο ανώτερο σημείο του ουράνιου θόλου και έτσι οι ημέρες αυτές ονομάστηκαν Αλκυονίδες.
Ωστόσο, η αρχαία Ελληνική Μυθολογία επένδυσε τις ημέρες αυτές που θυμίζουν καλοκαίρι μέσα στην «καρδιά» του χειμώνα – με έναν πολύ ωραίο μύθο που υφάνθηκε γύρω από το μυθικό πρόσωπο της όμορφης Αλκυόνης.
Όταν η Αγάπη θριαμβεύει πάνω στην Τραγωδία
Η ιστορία της Αλκυόνης και του Κύηκα συμβολίζει την Αγάπη που θριαμβεύει πάνω στην Τραγωδία.
Το νεαρό ζευγάρι ήταν τόσο ερωτευμένο που ούτε οι θεοί, ούτε ο θάνατος κατάφεραν να το χωρίσουν. Η Αλκυόνη ακολούθησε τον σύζυγό της στην άλλη ζωή και το έκανε με την ελεύθερη βούλησή της.
Ο μύθος γύρω από πρόσωπο της Αλκυόνης, συναντάται σε περισσότερες από μία εκδοχές.
Η «Αλκυών» του Λουκιανού
Σύμφωνα με τη μυθολογία, η Αλκυόνη, ήταν μια όμορφη κοπέλα και κόρη του θεού και βασιλιά των ανέμων Αίολου. Παντρεύτηκε τον Κύηκα, τον βασιλιά της Τραχίδας, και ζούσαν ευτυχισμένοι στην πόλη του. Σύμφωνα πάντα με τον μύθο, ο Κύηκας αγαπούσε ιδιαίτερα το ψάρεμα και ψάρευε συχνά στη θάλασσα κοντά στην Τραχίδα.
Κάποτε, η Αλκυόνη τον παρακάλεσε να αψηφήσει για μια μέρα την αγαπημένη του συνήθεια και να μείνει μαζί της, όμως εκείνος δεν την άκουσε και έφυγε για να ψαρέψει με τη βάρκα του.
Οι ώρες περνούσαν και ο Κύηκας δεν γύριζε πίσω. Η Αλκυόνη τρελάθηκε από την αγωνία και έκανε ότι μπορούσε για να τον βρει. Στην αρχή έψαξε τη βάρκα του. Μετά από μέρες και αφού η βάρκα του δεν είχα φανεί πουθενά άρχισε να αναζητά το νεκρό σώμα του.
Πάντα, όμως, γύριζε πίσω με άδεια χέρια, απέραντο πόνο και θλίψη.
Οι θεοί του Ολύμπου παρακολουθούσαν από την υψηλή κατοικία τους τα τεκταινόμενα και άρχισαν να λυπούνται την κοπέλα και να συντρέχουν στον πόνο της.
Όταν η κατάσταση έφτασε στο απροχώρητο, αποφάσισαν να μεταμορφώσουν την Αλκυόνη σε πουλί για να απαλύνουν τον πόνο της, μια θεωρία που μας προσφέρει –χωρίς να είναι απόλυτα εξακριβωμένη η ταυτότητα του δημιουργού της– ο Λουκιανός στο έργο του «Αλκυών».
Η Αλκυόνη κατά τον Οβίδιο
Σύμφωνα με τον μύθο που φτάνει στη σύγχρονη εποχή από τον Οβίδιο, η Αλκυόνη είδε στη θάλασσα την βάρκα του Κύηκα να θαλασσοδέρνεται μέχρι που ένας κεραυνός τη χτύπησε και τη διέλυσε και ο άντρας πνίγηκε στα αφρισμένα κύματα.
Σύντομα, το πτώμα του εμφανίστηκε στην ακτή ενώ η Αλκυόνη στάθηκε να το κοιτάζει από την κορυφή ενός βράχου. Από τη θλίψη της, και χωρίς να μπορεί να αντέξει αυτή την απώλεια, πήδηξε από το βράχο και σκοτώθηκε.
Στο σημείο αυτό αναμειγνύονται και πάλι οι Θεοί οι οποίοι εντυπωσιασμένοι από την αληθινή και αγνή αγάπη της γυναίκας για τον χαμένο της σύντροφο, μεταμόρφωσαν και τους δύο τους σε πουλιά.
Η Αλκυόνη γεννούσε από τότε κάθε χρόνο τα αυγά της στην ακροθαλασσιά, εκεί όπου είδε το νεκρό σώμα του αγαπημένου της, όμως τα δυνατά κύματα παρέσερναν τους νεοσσούς μακριά και πνίγονταν.
Ο ίδιος ο Δίας την λυπήθηκε ξανά και έτσι κάθε χρόνο, την εποχή που εκείνη έφερνε τα μικρά της στον κόσμο, ο πατέρας των θεών έστελνε μια σύντομη περίοδο ασταμάτητης ηλιοφάνειας και καλοκαιρίας διατάζοντας τον Αίολο να συγκρατήσει τους ισχυρούς βοριάδες για να μπορέσει εκείνη να γεννήσει και να προστατέψει τα μικρά της.
Η Αλκυόνη στα πάθη των Αρχαίων Ελλήνων και των Θεών τους
Στην τρίτη και πλέον «πικάντικη» εκδοχή της ιστορίας, όπως συνήθιζαν πάντα να κάνουν οι αρχαίοι Έλληνες, η Αλκυόνη και ο Κύηκας όταν παντρεύτηκαν άρχισαν να αποκαλούν τους εαυτούς τους Δία και Ήρα, σε μια προσπάθεια να μιμηθούν τους αθάνατους θεούς και τον θρυλικό τους έρωτα, πιστεύοντας πως και οι ίδιοι ήταν θεοί.
Ο Δίας, ως ζηλότυπος που ήταν, θύμωσε από την συνήθεια των θνητών και έστειλε εκείνος τον κεραυνό που χτύπησε τη βάρκα του Κύηκα σκοτώνοντάς τον.
Ο θάνατος του αγαπημένου της οδήγησε την Αλκυόνη στην αυτοκτονία, πήδησε από έναν ψηλό βράχο και σκοτώθηκε και έτσι επέτυχε να ενωθεί και πάλι με τον αγαπημένο της. Αυτή τη φορά στο θάνατο. Και σε αυτή την εκδοχή, οι θεοί επιβραβεύβοντας τον έρωτά τους, τούς μεταμόρφωσαν αμφότερους σε πουλιά.
Από την Αλκυόνη στον γίγαντα Αλκυονέα και τις 7 κόρες του
Εκτός από τις παρεμφερείς θεωρίες με βάση την κοπέλα και το θάνατο του συντρόφου της, υπάρχουν κι άλλες, σύμφωνα με τις οποίες οι Αλκυονίδες ήταν οι επτά κόρες του Γίγαντα Αλκυονέα οι οποίες αυτοκτόνησαν πηδώντας στη θάλασσα έπειτα από το φόνο του πατέρα τους από τον Ηρακλή και στη συνέχεια μεταμορφώθηκαν σε πουλιά από την σύζυγο του Ποσειδώνα, την Αμφιτρίτη.
Όταν ο Ήλιος νίκησε το Χειμώνα
Ο Πίνδαρος αποκαλεί τον Αλκυονέα «Βουβότα», δηλαδή βουκόλο. Η ιδιότητά του αυτή ίσως να σχετίζεται με την αρπαγή των βοδιών του θεού Ήλιου και της Ερυθείας.
Σύμφωνα με την ερμηνεία του μύθου από τον Λούντβιχ Πρέλερ, ο Αλκυονέας συμβολίζει τον χειμώνα που πληγώνεται θανάσιμα από τον ημίθεο Ηρακλή για την κλοπή των βοδιών του Ηλιου.
Η αναφορά των Αλκυονίδων Ημερών στις Ορνιθες του Αριστοφάνη
Ως Αλκυονίδες ημέρες δεν εννοούμε μόνο αυτές με τον καλό καιρό καθώς η φράση –από την αρχαιότητα ακόμη – χρησιμοποιείται και μεταφορικά για να περιγράψει ημέρες ανέμελες και ήρεμες, δίχως εντάσεις και προβλήματα. Οι Αλκυονίδες ημέρες με αυτήν την έννοια συναντώνται στους Ορνιθες του Αριστοφάνη.
Ο μεγάλος αρχαίος έλληνας κωμωδιογράφος βάζει τον Θεό Ποσειδώνα να λέει: Κέρδος σε εμάς ο πόλεμος δεν είναι, και εσείς των θεών αν είστε φίλοι, βροχής νερό θα βρίσκετε στους λάκους και μέρες αλκυονίδες θα περνάτε».
Η αλληγορία της Αλκυόνης στον Αίσωπο
Ο μύθος της Αλκυόνης, με αναφορές σε πολλές πηγές της αρχαιότητας, δεν πέρασε απαρατήρητη και από την αλληγορική ματιά του έλληνα μυθογράφου Αισώπου, ο οποίος έγραψε: «Η αλκυόνη είναι πουλί που αγαπάει την ερημιά και τρέφεται με ό,τι βρει στην θάλασσα. Γι’ αυτήν λέγεται ότι επειδή φυλάγεται από τούς ανθρώπους μην την κυνηγήσουν, γεννά τα μικρά της σε παραθαλάσσιους σκοπέλους.
Και μάλιστα, λέγεται ότι όταν κάποτε ήταν ετοιμόγεννη, έφτασε σε κάποιο ακρωτήριο και μόλις είδε έναν βράχο πάνω στην θάλασσα, εκεί έκανε την φωλιά της και γέννησε τα μικρά της.
Όταν βγήκε κάποτε σε αναζήτηση τροφής, έτυχε να φυσά καυτός αέρας που έκανε την θάλασσα να σηκώσει πολύ κύμα, κι έφτασε μέχρι την φωλιά κι έπεσε επάνω της και εξολόθρευσε τούς νεοσσούς.
Όταν γύρισε η Αλκυόνη, μόλις κατάλαβε τι συνέβη, είπε: «Αλίμονό μου, εγώ φυλαγόμουν από την στεριά σαν να ήταν εκείνη η δόλια και κατέφυγα στη θάλασσα, η οποία τόσο πολύ μου απέδειξε ότι δεν άξιζε να την εμπιστευτώ.
Έτσι και για μερικούς ανθρώπους, που ενώ φυλάγονται από τούς εχθρούς τους, σφάλλουν στο πόσο κατά πολύ επαχθέστεροι από τούς εχθρούς είναι οι φίλοι, εάν πέσουν σε αυτούς.»
Οι Αλκυονίδες στον Γεώργιο Δροσίνη
Στο ίδιο πνεύμα με τον Αριστφάνη κινήθηκε αρκετούς αιώνες αργότερα με ένα δίστιχο και ο Γεώργιος Δροσίνης:
«Και στης ζωής του άγριους χειμώνες … Αλκυονίδες μέρες καρτερώ»
Το πουλί Αλκυόνη ή Αλκυόνα και πως απέκτησε το μπλε και κόκκινο χρώμα του
Το πουλί Αλκυόνα, όπως λέει η παράδοση είναι σύμβολο γαλήνης και προστασίας και όπου το βλέπουν σταματάει την ταραχή της θάλασσας. Είναι ένα αποδημητικό πουλί που έρχεται από το Βορά στην Ελλάδα το φθινόπωρο, ενώ φεύγει πάλι αρχές Μαρτίου.
Σύμφωνα με έναν μύθο του μεσαίωνα, η Αλκυόνα απέκτησε το χρώμα της στον βιβλικό κατακλυσμό, όταν πέταξε ψηλά και πήρε το κόκκινο από τον ήλιο και το μπλε από τον ουρανό.
Είναι επίσης πιστή σύντροφος. Όταν ο σύντροφός της είναι τόσο γέρος που δεν μπορεί να πετάξει, η Αλκυόνα τον κουβαλάει στους ώμους της και τον παίρνει πάντοτε μαζί της. Του δίνει φαγητό και τον φροντίζει μέχρι τον θάνατο.