Ουτωπίες και αυταπάτες κινδυνεύουν να αποδειχθούν οι προβλέψεις και οι “δεσμεύσεις” του περιφερειάρχη Θ. Καρυπίδη, για την παροχή φυσικού αερίου σε Καστοριά και Άργος Ορεστικό μέχρι το 2023, μετά τις δύο πολύ σημαντικές εξελίξεις, που αποκαλύπτει σήμερα η “Καστοριανή Εστία”
Η πρώτη αφορά την ιδιωτικοποίηση του ΔΕΣΦΑ, δηλ. της εταιρείας του δημοσίου που αναλαμβάνει την κατασκευή των δικτύων, η οποία μετά την αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος, σίγουρα να προσαρμόσει τα κριτήρια βιωσιμότητας του έργου, με με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια.
Κάτι που καθιστά ασύμφορη την παροχή φυσικού αερίου σε Καστοριά και Άργος με βάση τα σημερινά δεδομένα.
Και η δεύτερη είναι μία μελέτη βιωσιμότητας του έργου που εκπόνησε το 2015 η ΑΝ.ΚΟ σε συνεργασίαμε το ΕΛΚΕΠΑ, σύμφωνα με την οποία, για να είναι βιώσιμη η κατασκευή των δικτύων, θα πρέπει τουλάχιστον δύο μονάδες της ΔΕΗ να συνδεθούν με το φυσικό αέριο.
Αυτή η μελέτη υπάρχει στα συρτάρια της Περιφέρειας αλλά μάλλον σκόπιμα την αποσιώπησε ο περιφερειάρχης κατά την πρόσφατη παρ ουσίαση του προγράμματος παροχής φυσικού αερίου, στο Δημοτικό Συμβούλιο Καστοριάς, με την παρουσία του υπουργού Γ. Σταθάκη.
Οι λόγοι της απόκρυψης είναι προφανείς: Ενδεχόμενη σύνδεση των εργοστασίων της ΔΕΗ με το φυσικό αέριο, θα σημαίνει αυτόματα την απώλεια χιλιάδων θέσεων εργασίας στα ορυχεία λιγνίτη της Πτολεμαϊδας.
Κάτι που ο Θ. Καρυπίδης δεν μπορεί να διανοηθεί ούτε στους πιο φριχτούς του εφιάλτες!
Εν τω μεταξύ, σύμφωνα με πληροφορίες, οι εργαζόμενοι στον ΤΑΡ δεν έχουν πάρει μέχρι στιγμής εντολές, για την οριθέτηση του σημείου, όπου θα εγκαταστήσουν τα περιβόητα “βανοστάσια”, από τα οποία θα διοχετεύεται το φυσικό αέριο από τον κεντρικό αγωγό στα δίκτυα διανομής.
Αυτό αποτελεί αναμφισβήτητα μια σοβαρή ένδειξη για την αναστολή ή και ματαίωση του έργου που κρίνεται ασύμφορο σύμφωνα και με την μελέτη της ΑΝ.ΚΟ.
Με την ιδιωτικοποίηση του ΔΕΣΦΑ αλλάζουν όλα τα δεδομένα που ξέραμε μέχρι τώρα για το φυσικό αέριο.
Προς το παρόν, σύμφωνα πάντα με δημοσιεύματα του τύπου, στην τελική ευθεία εισέρχεται η ολοκλήρωση της δεύτερης φάσης του διαγωνισμού ιδιωτικοποίησης του ΔΕΣΦΑ. Ενόψει της καταληκτικής προθεσμίας της 16ης Φεβρουαρίου για την κατάθεση των δεσμευτικών προσφορών από τους υποψήφιους επενδυτές, κλείνουν και τα τελευταία επίμαχα ζητήματα για την οριστικοποίηση της συμφωνίας μετόχων (Shareholders Agreement).
Το πρώτο αφορά τα τέλη δικτύου και την απαίτηση των υποψήφιων επενδυτών για τη θεσμοθέτηση ενός σταθερού πλαισίου σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα.
Το αίτημα εκπορεύεται κυρίως από το έλλειμμα εμπιστοσύνης της επενδυτικής πλευράς μετά τη νομοθετική παρέμβαση Σκουρλέτη στον προηγούμενο διαγωνισμό για την πώληση του ΔΕΣΦΑ και αποτελεί αυτή τη στιγμή αντικείμενο διαπραγματεύσεων με την πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ και τη ΡΑΕ που έχει εκ του νόμου την ευθύνη για την έγκριση των τιμολογίων του ΔΕΣΦΑ.
Το δεύτερο θέμα που εξακολουθεί να διχάζει επενδυτές και μετόχους είναι το δικαίωμα του αγοραστή να μεταβιβάσει το σύνολο ή μέρος του 66% που θα περάσει στον έλεγχό του.
Για τον ΔΕΣΦΑ, πρόκειται να καταθέσουν τις δεσμευτικές τους προσφορές οι δύο μονομάχοι για την απόκτηση του 66%. Από τη μία βρίσκεται η κοινοπραξία των Snam (Ιταλία), Enagás (Ισπανία), Fluxys (Βέλγιο), Gasunie (Ολλανδία), και από την άλλη, το ισπανο-ρουμανικό σχήμα Reganosa-Transgaz, ενισχυμένο από την τράπεζα EBRD στο ρόλο του χρηματοδότη.
Τόσο το Δημόσιο, όσο και τα ΕΛΠΕ, που διαθέτουν προς πώληση το 35% της συμμετοχής τους στον ΔΕΣΦΑ, έχουν θέσει ως κατώφλι τα 400 εκατ. ευρώ της Socar από τον προηγούμενο διαγωνισμό, ο οποίος τελικά είχε κηρυχθεί άγονος.
Δείτε την μελέτη της ΑΝ.ΚΟ