Αποφασισμένη να κόψει το ρεύμα στη ΛΑΡΚΟ εμφανίζεται η ΔΕΗ, η οποία βλέπει τις οφειλές της μεταλλουργίας να αυξάνονται, αντί να μειώνονται, καθώς δεν πληρώνονται ούτε οι τρέχουσες καταναλώσεις.
Σαν αποτέλεσμα η ΔΕΗ βρίσκεται, σύμφωνα με τις πληροφορίες του energypress, ένα βήμα πριν προχωρήσει σε εντολή αποκοπής στη μεταλλουργία, η οποία της χρωστά κοντά στα 250 εκατ. ευρώ. Κίνηση που θεωρείται μονόδρομος για τη διοίκηση της επιχείρησης, επειδή σε αντίθετη περίπτωση κινδυνεύει να ελεγχθεί για πλημελή υπεράσπιση των συμφερόντων των μετόχων της.
Σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, κατά την τελευταία παρουσία των θεσμών στην Αθήνα, οι εκπρόσωποι της Κομισιόν έθεσαν εμφατικά θέμα ΛΑΡΚΟ, προτείνοντας στην ελληνική κυβέρνηση να προχωρήσει σε διαγωνισμό για να πουλήσει το βιώσιμο κομμάτι της επιχείρησης.
Είναι ο μόνος τρόπος προκειμένου η ελληνική πλευρά να αποφύγει την επιστροφή των κρατικών ενισχύσεων, ύψους 135,8 εκατ. ευρώ, που δόθηκαν κατά την περίοδο 2008-2011, οι οποίες έχουν κριθεί οριστικά παράνομες από το Ευρωπαικό Δικαστήριο.
Η υπόθεση με τις κρατικές ενισχύσεις στη ΛΑΡΚΟ εκκρεμμούσε από το 2014, όταν και η Κομισιόν είχε κοινοποιήσει στην Ελλάδα την σχετική απόφαση, ζητώντας την άμεση ανάκτησή τους. Τότε, η κυβέρνηση Σαμαρά είχε συμφωνήσει με την τρόικα το σπάσιμο της εταιρείας και την πώληση σε χωριστούς διαγωνισμούς, άλλο για το εργοστάσιο και άλλον για τα δημόσια μεταλλεία (Άγιος Ιωάννης).
Τελικά, τίποτε απ’ αυτά δεν προχώρησε, και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ αποφάσισε να διατηρήσει την ΛΑΡΚΟ στο Δημόσιο, το οποίο και υποτίθεται ότι θα την εξυγίανε, κάτι που φυσικά ουδέποτε συνέβη.
Έτσι, το περασμένο Νοέμβριο το Ευρωδικαστήριο απεφάνθη ότι το ελληνικό κράτος δεν έχει συμμορφωθεί και δεν έχει πάρει τα μέτρα που ήταν απαραίτητα για την εκτέλεση της απόφασης της ΕΕ, διαπιστώνοντας επομένως ότι η Ελλάδα παραβίασε τις υποχρεώσεις της.
Σήμερα το ΤΑΙΠΕΔ κατέχει το 55,2% της ΛΑΡΚΟ, η Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος το 33,4% και η ΔΕH το 11,4%. Ένα από τα σενάρια που εξετάζονται για την περίπτωση της νικελοβιομηχανίας είναι να εφαρμοστεί το μοντέλο των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά. Δηλαδή να τεθεί σε καθεστώς ειδικής διαχείρισης και στη συνέχεια να αναζητηθεί ιδιώτης επενδυτής.
Παλαιότερα, η διοίκηση της εταιρείας, κατά τη διάρκεια ενημέρωσης στην αρμόδια επιτροπή της Βουλής, είχε αναφέρει πως κατάφερε να μειώσει το κόστος παραγωγής από τα 14.500 δολάρια τον τόνο στα 12.500 δολάρια. Εκείνη την περίοδο, οι διεθνείς τιμές του μετάλλου ήταν στις 9.000 με 10.000 δολάρια. Σήμερα το νικέλιο βρίσκεται σε υψηλότερα επίπεδα, γύρω στα 13.250 δολάρια τον τόνο.
Ετερο μεγάλο ζήτημα αφορά το ιδιοκτησιακό της καθεστώς. Το θέμα αφορά την “παλιά ΛΑΡΚΟ”, στην οποία εδώ και 27 χρόνια έχει τοποθετηθεί εκκαθαριστής, ο οποίος με προσημειώσεις και άλλες διαδικασίες διεκδικεί οφειλές από τη “νέα ΛΑΡΚΟ”. Η “παλιά” είναι στην ουσία μία εταιρία-φάντασμα, ενώ η «καινούργια» έχει τον εξοπλισμό και το προσωπικό. Λόγω αυτής της μοναδικής στα παγκόσμια δεδομένα εκκρεμότητας, η βιομηχανία δυσκολεύεται να έχει πρόσβαση στη χρηματοδότηση.
Πηγή: energypress.gr